Στο τμήμα του ορυχείου Αμυνταίου που έμεινε ανέπαφο από την κατολίσθησηυπάρχουν επαρκείς ποσότητες λιγνίτη για να τροφοδοτηθεί ο ΑΗΣ Αμύνταιο για τις 17.000 ώρες που έχει ορίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση ότι πρέπει να λειτουργήσει μέχρι το 2020. Αυτό ανέφερε σε συνέντευξή του σε τηλεοπτικό σταθμό ο κ. Μανώλης Παναγιωτάκης, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, προσθέτοντας ότι η εξόρυξη του καυσίμου θα ξεκινήσει τον Οκτώβριο, ώστε να μην υπάρξει πρόβλημα και με τη λειτουργία του συστήματος τηλεθέρμανσης της πόλης του Αμυνταίου.
Παράλληλα, πρόσθεσε πως ο εξοπλισμός ναι μεν έχει αποσβεστεί, προφανώς όμως έχει αξία, γιατί μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για μεγάλο διάστημα ακόμη. Ωστόσο, δεν χρειάζεται η ΔΕΗ να πάρει καινούργιο εξοπλισμό, διότι θα μεταφέρει εξοπλισμό από άλλα ορυχεία, όταν χρειαστεί να επαναλάβει τις εργασίες.
Όσον αφορά τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις, σημείωσε πως έχουν να κάνουν με το κοίτασμα το οποίο χάθηκε μετά την κατολίσθηση, και το οποίο θα το εξόρυσσε η εταιρεία μετά από 10 – 15 χρόνια. «Σε συνάρτηση με την λειτουργία του σταθμού, η ακριβής αποτίμηση της αξίας αυτού του κοιτάσματος δεν μπορεί να γίνει τώρα. Θα το μάθουμε αφού γίνουν οι εργασίες, η απομάκρυνση των μαζών οι οποίες έχουν καταρρεύσει και δούμε μέσα από αυτές τις μάζες πόσο κοίτασμα μπορούμε να πάρουμε», επισήμανε.
Σχετικά με τον παρακείμενο οικισμό Αναργύρων, ο οποίος έχει εκκενωθεί, ο επικεφαλής της ΔΕΗ σημείωσε αρχικά ότι υπήρχε νόμος ο οποίος έλεγε ότι θα γίνει η μετεγκατάσταση μέσα στην επόμενη δεκαετία, δηλαδή μέχρι το 2019 – 2020.
«Αυτό σημαίνει ότι όταν πάρθηκε αυτή η απόφαση η αντίληψη ήταν ότι επρόκειτο περί οχλήσεως και όχι περί κινδύνου, γιατί αν φανταζόντουσαν ότι υπάρχει κίνδυνος θα έπρεπε να φύγουν αμέσως. Λόγω των έκτακτων τελευταίων γεγονότων πήρε απόφαση η κυβέρνηση να κάνει άμεσα την μετεγκατάσταση, παρακάμπτοντας και διάφορες άλλες διαδικασίες με αναγκαστική απαλλοτρίωση», πρόσθεσε.
Ο κ. Παναγιωτάκης εξέφρασε την εκτίμηση πως θα γίνουν άμεσα οι διαδικασίες. «Μέχρι τότε αφενός η ΔΕΗ θα παράσχει κάθε δυνατή συμπαράσταση για την καθημερινότητα των κατοίκων και για τις οικονομικές τους δραστηριότητες, αφετέρου ζητήσαμε να πάει αρμόδια υπηρεσία της Νομαρχίας, το ΤΑΣ, για να εκτιμηθεί ποια σπίτια είναι ακατοίκητα, ποια σπίτια είναι επισκευάσιμα ή κατοικήσιμα. Πιστεύω η πλειοψηφία τους είναι κατοικήσιμα, ένα μικρό μέρος ίσως είναι μη κατοικήσιμα και να παρθούν τα ανάλογα μέτρα», υπογράμμισε.
Ο επικεφαλής αναφέρθηκε τέλος στους περίπου 600 υπαλλήλους που εργάζονται στο Αμύνταιο. «Μεγάλο μέρος από αυτό το προσωπικό θα πάει σε άλλα ορυχεία ανάλογα με τις ανάγκες. Έχουμε ανάγκες και εκεί. Μέχρι να αποκατασταθούν οι πρώτες βλάβες για επεκταθεί το ορυχείο, σε όποιο βαθμό μπορέσουμε να επεκτείνουμε τη λειτουργία του, οπότε και θα επαναφέρουμε το προσωπικό», κατέληξε.