Το πολυεθνικό ενδιαφέρον για τα ελληνικά κοιτάσματα έχει κινητοποιήσει τις αρμόδιες αρχές στην κατεύθυνση της κατάρτισης μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για την αξιοποίησή τους, ενώ ανοίγει αναπόφευκτα και τη συζήτηση οριοθέτησης ΑΟΖ με τις γειτονικές χώρες.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ένας βασικός στόχος θα είναι «ο σχεδιασμός και η προετοιμασία των αναγκαίων συζητήσεων με τις γειτονικές χώρες για καθορισμό των ΑΟΖ και την άρση της απαγόρευσης ερευνητικών εργασιών πέραν της θαλάσσιας ζώνης των έξι ναυτικών μιλίων». Στην αρχή της ομιλίας του ο πρόεδρος των ΕΛΠΕ επέκρινε την επί δεκαετίες, όπως είπε, «παθητική ή έστω μειωμένης προτεραιότητας αντιμετώπιση του ζητήματος αξιοποίησης των εγχώριων υδρογονανθράκων από την ελληνική πολιτεία και τους αρμόδιους φορείς» και αναφερόμενος στα αίτια των καθυστερήσεων, μεταξύ άλλων σημείωσε ότι «δεν καταρτίστηκαν μέσης ή έστω και μακράς διάρκειας οδικοί χάρτες για την επίλυση ή διευθέτηση των ζητημάτων με τις γειτονικές χώρες, στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου».
Ο αντίκτυπος
Η παρέμβαση των ΕΛΠΕ για το θέμα των ΑΟΖ μέσω ενός διεθνούς συνεδρίου σχολιάστηκε αρνητικά από παράγοντες της αγοράς, δεδομένου ότι πρόκειται για κρίσιμα εθνικά θέματα που άπτονται της αποκλειστικής διαχείρισης του υπουργείου Εξωτερικών και του ίδιου του πρωθυπουργού. Ταυτόχρονα όμως ερμηνεύτηκε και ως εύλογη, με κριτήριο τις εξελίξεις που διαμορφώνονται μετά το ενδιαφέρον των ExxonMobil και Total, όπως επισημοποιήθηκε με την κατάθεση αίτησης κοινοπραξίας των δύο πολυεθνικών και των ΕΛΠΕ για δύο περιοχές της Κρήτης.
Είναι λογικό η κοινοπραξία να επιδιώκει την οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο και τη Λιβύη για τη διευκόλυνση των ερευνητικών εργασιών στην περιοχή της Κρήτης, με αυτούς που γνωρίζουν ωστόσο να συνδέουν τις παρεμβάσεις και με την περιοχή του Ιονίου, που προϋποθέτει οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αλβανία.
Τα ΕΛΠΕ έχουν τοποθετηθεί από κοινού με την Total στο οικόπεδο 2 του Ιονίου και διεκδικούν αυτόνομα το οικόπεδο 1, βορειοδυτικά της Κέρκυρας, η παραχώρηση του οποίου καθυστερεί λόγω των αξιώσεων που προβάλλει η Αλβανία θεωρώντας ότι καταλαμβάνει μέρος της υφαλοκρηπίδας της. Είναι επίσης γνωστό το ενδιαφέρον των ΕΛΠΕ για επανεκκίνηση των ερευνών στο ξεχασμένο για πολλά χρόνια κοίτασμα «Μπάμπουρας» στο Θρακικό Πέλαγος. Τα ΕΛΠΕ συμμετέχουν στην παραχώρηση του εν λόγω κοιτάσματος με ποσοστό 25% και βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις με την καναδική Calfrac για την εξαγορά του ποσοστού της (75%), ενώ αναμένεται να ξεκινήσουν συζητήσεις με την Energean η οποία εκμεταλλεύεται το γειτονικό κοίτασμα του Πρίνου, για συνεκμετάλλευση του νέου κοιτάσματος.
Το κοίτασμα του «Μπάμπουρα» ανακαλύφθηκε την περίοδο 1972-1973, με τις πρώτες ενδείξεις να δείχνουν δυναμικότητα 350.000 βαρελιών την ημέρα και συνολικά περί το 1 δισ. βαρέλια. Το πρόβλημα με την εκμετάλλευσή του έγκειται στο γεγονός ότι το 70% των αποθεμάτων βρίσκεται πέρα από τα 6 ναυτικά μίλια. Το αίτημα για άρση της απαγόρευσης ερευνητικών εργασιών, πέραν της θαλάσσιας ζώνης των έξι ναυτικών μιλίων που θέτουν τα ΕΛΠΕ, αποτελεί κρίσιμο εθνικό ζήτημα, αφού η Τουρκία με απόφαση της Εθνοσυνέλευσης το έχει χαρακτηρίσει «ζήτημα casus belli».
Θα πρέπει, τέλος, να επισημανθεί και το πιθανό ενδιαφέρον των ΕΛΠΕ με τους υφιστάμενους διεθνείς συνεταίρους τους ή νέους για την περιοχή Καστελλόριζου-Ρόδου, όπως εμμέσως εκφράστηκε στο ίδιο συνέδριο από τον επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης Υδρογονανθράκων του ομίλου, Γιάννη Γρηγορίου.