Του Σπύρου Δημητρέλη
Περιστατικά φορολογικής ασυδοσίας με ποσοστό παραβατικότητας ακόμα και άνω του 70% κατέγραψαν τα ελεγκτικά συνεργεία του υπουργείου Οικονομικών κατά τη διάρκεια των ελέγχων που πραγματοποίησαν τις τελευταίες ημέρες σε τουριστικές περιοχές της χώρας, και κυρίως στα νησιά των Κυκλάδων. Αντίστοιχη εικόνα υπάρχει και σε άλλες περιοχές όπου πραγματοποιήθηκαν οι έλεγχοι, δημιουργώντας προβληματισμό στο υπουργείο Οικονομικών για την τύχη και την εισπρακτική απόδοση των φορολογικών μέτρων που έχουν ήδη θεσπιστεί και, κυρίως, για το αν θα πιαστούν οι στόχοι του Μνημονίου. Αν δεν πιαστούν, τότε ο περιβόητος “κόφτης” παραμονεύει, με μισθούς και συντάξεις να είναι πρώτες στη λίστα των περικοπών.
Τα νέα κρούσματα φοροδιαφυγής-“μαμούθ” εντείνουν την αγωνία, καθώς η φετινή χρονιά για τα κρατικά ταμεία αναμένεται δυσκολότερη από το 2015. Παρά την πρόσκαιρα ικανοποιητική εικόνα στη πορεία των εσόδων (καθώς έσπευσε η αγορά να καλυφθεί από την άνοδο του ΦΠΑ), το φθινόπωρο αναμένεται δύσκολο για τα κρατικά ταμεία.
Η φοροδοτική ικανότητα εξαντλείται, ο τουρισμός σημειώνει κάμψη και οι επιτηδευματίες δεν έχουν κίνητρο να εκδώσουν απόδειξη/τιμολόγιο μετά την“γκάφα” στη μείωση των προστίμων.
Τα μηνύματα από τους πρώτους μήνες του έτους στις τουριστικές περιοχές δεν αφήνουν περιθώρια χαλάρωσης ή εφησυχασμού, καθώς για παράδειγμα, η απόδοση του ΦΠΑ σε δημοφιλή νησιά του Αιγαίου είναι πολύ χαμηλότερη των προβλέψεων- ακόμα και κατά 40 με την κυβέρνηση να “ποντάρει” στη θερινή σεζόν.
Φοροδιαφυγή
Τα μηνύματα από τους πρώτους μήνες του έτους στις τουριστικές περιοχές δεν αφήνουν περιθώρια χαλάρωσης ή εφησυχασμού, καθώς, για παράδειγμα, η απόδοση του ΦΠΑ σε δημοφιλή νησιά του Αιγαίου είναι πολύ χαμηλότερη των προβλέψεων – ακόμα και κατά 40%. Από το υπουργείο Οικονομικών υποστηρίζουν ότι αυτό καταγράφεται κάθε χρόνο τούς πρώτους μήνες του έτους και ότι, με την κορύφωση της τουριστικής περιόδου, η υστέρηση τελικά υπερκαλύπτεται και πιάνονται οι στόχοι. Μόνο που, με ποσοστό παραβατικότητας ακόμα και άνω του 70% που κατέγραψαν οι ελεγκτές της Υπηρεσίας Ελέγχων και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (η υπηρεσία που αντικατέστησε το ΣΔΟΕ στον προληπτικό έλεγχο), οι στόχοι το μόνο σίγουρο δεν είναι ότι θα πιαστούν. Επιπλέον, αυτό που προβλημάτισε ελεγκτές και στελέχη της ΥΕΔΔΕ είναι και η αίσθηση ασυδοσίας και θράσους που αποκόμισαν κατά τους ελέγχους στην τουριστική αγορά.
Πιέσεις στην οικονομία
Η φοροδιαφυγή, όμως, είναι μόνο ένας από τους κινδύνους που παραμονεύουν για την πορεία των φορολογικών εσόδων τούς επόμενους πολύ κρίσιμους δημοσιονομικά και οικονομικά μήνες. Ο τουρισμός, δυστυχώς, για πρώτη χρονιά έπειτα από περίπου μία τετραετία, κινείται κάτω των προβλέψεων, με αποτέλεσμα τα τουριστικά έσοδα στην οικονομία να είναι χαμηλότερα από αυτά που αναμένονταν όταν γίνονταν οι προβλέψεις για την πορεία της οικονομίας. Ρόλο στη μείωση τουριστικού ρεύματος, που στο πρώτο τρίμηνο του έτους καταγράφηκε στο μείον 6%, έχει παίξει η σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης της τουριστικής αγοράς σε ανταγωνιστικούς προορισμούς όπως η Τουρκία, αλλά και η γενικότερη οικονομική ανασφάλεια που δημιουργεί το Brexit και οι μελλοντικές του επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Χαμηλή εισπραξιμότητα
Πηγή κινδύνου για την πορεία των εσόδων είναι και η πιθανή καθυστέρηση στην υλοποίηση της μνημονιακής υποχρέωσης για αποπληρωμή των οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες, που ανέρχονται σε περίπου 7 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτός είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες που προβλέπει το ελληνικό πρόγραμμα για την ανάκαμψη της οικονομίας και την επίτευξη των στόχων για τα έσοδα.
Κίνδυνος υπάρχει και με την επαλήθευση της εισπραξιμότητας των πολλών και μεγάλων φόρων που έρχονται το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. Από τον ΕΝΦΙΑ θα πρέπει να εισπραχθούν 3,3 δισ. ευρώ, με το ποσοστό εισπραξιμότητας να πρέπει να παραμείνει στο 80%. Από τα εκκαθαριστικά του φόρου εισοδήματος θα πρέπει να εισπραχθούν άλλα 3 δισ. ευρώ, με το ποσοστό εισπραξιμότητας να πρέπει να παραμείνει περίπου στο 75%-80%. Στη συνέχεια έρχονται τα τέλη κυκλοφορίας, που επίσης πρέπει να παρουσιάσουν εισπραξιμότητα κοντά στο 90%.
Την ίδια ώρα, θα πρέπει να αποδώσουν τα εισπρακτικά μέτρα της πρώτης αξιολόγησης, όπως είναι η αύξηση του κανονικού συντελεστή ΦΠΑ από το 23% στο 24% και η αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου. Πρόκειται για αυξήσεις που, όμως, κινδυνεύουν, αν συνεχιστεί το πάρτι της φοροδιαφυγής στις τουριστικές περιοχές.
Η μεγάλη “γκάφα” στα πρόστιμα
Ρόλο στο να επικρατεί αίσθηση χαλαρότητας στους επαγγελματίες των τουριστικών περιοχών έπαιξαν κατά κύριο λόγο δύο γεγονότα. Πρώτον, η γκάφα του υπουργείου Οικονομικών να προχωρήσει –κατόπιν, βέβαια, συστάσεων των τεχνικών κλιμακίων των “θεσμών”– στον ουσιαστικό μηδενισμό των προστίμων για τη μη έκδοση αποδείξεων.
Ενώ στο παρελθόν τα πρόστιμα ήταν από 250 έως 500 ευρώ ανά απόδειξη που δεν εκδιδόταν, με την αλλαγή που έγινε το πρόστιμο ορίστηκε στο 50% του ΦΠΑ που περιλαμβάνεται στη συναλλαγή για την οποία δεν εκδόθηκε απόδειξη. Αυτό οδήγησε στη θέσπιση προστίμων που, αντί για φόβο, προκαλούν… γέλια. Για παράδειγμα, αν δεν εκδοθεί μια απόδειξη 100 ευρώ, τότε το πρόστιμο είναι μόλις 9,3 ευρώ. Επί της ουσίας, το πρόστιμο είναι λιγότερο και από τον φόρο εισοδήματος που γλυτώνει αυτός που δεν εκδίδει απόδειξη. Δεν ήταν λίγα τα περιστατικά κατά τα οποία οι ελεγχόμενοι, γελώντας μετά την επίδοση των σημειωμάτων με τα πενιχρά πρόστιμα, ευχαριστούσαν τους ελεγκτές που τους ενημέρωσαν ότι έχουν ουσιαστικά καταργηθεί, αφού, “ενώ κόβαμε μερικές αποδείξεις, από εδώ και πέρα δεν θα κόβουμε καμία!”.
Το δεύτερο ήταν η καθυστέρηση της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων να ενεργοποιήσει τον ελεγκτικό μηχανισμό για τους ελέγχους στις τουριστικές περιοχές.
Αυτό που ανησύχησε τους ελεγκτές ήταν και τα… πρόδρομα περιστατικά που δείχνουν τον κίνδυνο αποτυχίας στο μέτωπο της φοροδιαφυγής από το μέτρο της επέκτασης του “πλαστικού χρήματος”. Καταγράφηκαν περιστατικά όπου τουριστικές επιχειρήσεις είχαν εισπράξει σημαντικά ποσά μέσω συσκευών χρέωσης πιστωτικών και χρεωστικών καρτών, αλλά δεν είχαν εκδώσει στην ταμειακή μηχανή τις αντίστοιχες αποδείξεις. Πρόκειται για περιστατικά που δείχνουν ότι από μόνη της η καθιέρωση των ηλεκτρονικών πληρωμών δεν επαρκεί για να αυξηθεί η φορολογική συμμόρφωση και η έκδοση αποδείξεων.
Αναδημοσίευση από το “Κεφάλαιο” που κυκλοφορεί
capital.gr