Υπόμνημα
της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Συντακτών
προς τη Διαρκή Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων και τη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων
για το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης
και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης –
Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού – συνταξιοδοτικού συστήματος
– Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων»
Το συζητούμενο νομοσχέδιο επιφέρει διπλό πλήγμα στην ασφαλιστική κάλυψη των εργαζομένων στον Τύπο. Συγκεκριμένα:
[α] εντάσσει το ΕΤΑΠ ΜΜΕ, ένα Ταμείο που, σύμφωνα με τη μελέτη βιωσιμότητας που εκπόνησε η ίδια η διοίκηση του και η οποία έχει γίνει δεκτή από το υπουργείο (βλ. από 24/09/2015 και υπ’ αριθμ. 40019/1666 έγγραφο), είναι μακροχρόνια βιώσιμο σε έναν εν τη γενέσει του ελλειμματικό ΕΦΚΑ, αφού σε αυτόν εντάσσονται ασφαλιστικοί φορείς με πολλαπλά ελλείμματα. Αποτέλεσμα της ένταξης αυτής είναι αφενός να αποστερείται το δικαίωμα των ασφαλισμένων του ΕΤΑΠ ΜΜΕ να λάβουν μακροπρόθεσμα συντάξεις και λοιπές παροχές αφού η καταβολή της αναλογικής σύνταξης γίνεται από πόρους του ΕΦΚΑ (χωρίς κρατική χρηματοδότηση) και αφετέρου να αφαιρούνται τα αποθεματικά και η περιουσία του Ταμείου, που μεταφέρεται στον ΕΦΚΑ προκειμένου να καλύψει τα ελλείμματα που αυτός κληρονομεί από τα εντασσόμενα ταμεία.
[β] καταργεί τον κεντρικό πόρο, που διασφαλίζει τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του Ταμείου (ήτοι το αγγελιόσημο). Σημειώνεται ότι σήμερα το ΕΤΑΠ ΜΜΕ δεν λαμβάνει καμία κρατική χρηματοδότηση, οι εργοδοτικές εισφορές καλύπτονται μέσω του αγγελιόσημου και τελικώς το 55% των εσόδων του ΕΤΑΠ ΜΜΕ και το 85% των εσόδων του ΕΔΟΕΑΠ προέρχονται από το αγγελιόσημο.
Και οι δύο αυτές νομοθετικές επιλογές, πέραν του γεγονότος ότι παρίστανται παντελώς αναιτιολόγητες αφού στην πραγματικότητα ουδεμία επιχειρηματολογία έχει δοθεί εκ μέρους του υπουργείου για την ανάγκη ενοποίησης του ΕΤΑΠ ΜΜΕ και την κατάργηση του αγγελιόσημου ενώ την ίδια στιγμή ουδεμία μελέτη βιωσιμότητας έχει υπάρξει που να τεκμηριώνει μια τέτοια προσέγγιση, θα προκαλέσουν σημαντική δημοσιονομική επιβάρυνση σε μια εξαιρετικά δύσκολη για την εθνική οικονομία εποχή, αφού:
[α] Το Δημόσιο καλείται να πληρώσει πλέον το βασικό μέρος της σύνταξης των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του Ταμείου από χρήματα του κρατικού προϋπολογισμού, πράγμα που μέχρι σήμερα δεν συνέβαινε.
[β] Την ίδια στιγμή με την κατάργηση του αγγελιόσημου χάνεται από τον ΑΚΑΓΕ το ποσοστό 10% του αγγελιόσημου που αποδίδεται σε αυτόν.
[γ] Κατά το μέρος που το αγγελιόσημο υποκαθιστά εργοδοτικές εισφορές, η κατάργησή του θα επιβαρύνει και εμμέσως το Ελληνικό Δημόσιο, στον βαθμό που αυτό υπό την ιδιότητά του ως εργοδότης (ΕΡΤ Α.Ε., ΑΠΕ-ΜΠΕ, γραφεία Τύπου) θα υποχρεωθεί να καταβάλλει εφεξής πλήρεις εργοδοτικές εισφορές.
Με τα δεδομένα αυτά η επιλογή που προκύπτει μέσα από το προτεινόμενο νομοσχέδιο καθίσταται παντελώς επιζήμια όχι μόνο για τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους του ΕΤΑΠ ΜΜΕ, αλλά και για τον ίδιο τον κρατικό προϋπολογισμό, τις ανάγκες του οποίου καλείται να υπηρετήσει. Αντιστρατεύεται δε ευθέως τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η χώρα στο πλαίσιο του Μνημονίου Συνεννόησης ενόψει του τριετούς προγράμματος του ΕΜΣ (άρθρο 3 παρ. Γ’ του ν. 4336/2015, ΦΕΚ Α’ 96, σ. 1.014 επ.) και μάλιστα τόσο γενικά στην υποχρέωση για επίτευξη μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού πλεονάσματος και περιορισμό των δαπανών όσο και, ειδικότερα, σε εκείνη για περιορισμό των ετήσιων μεταβιβάσεων από τον κρατικό προϋπολογισμό προς το συνταξιοδοτικό σύστημα.
Επιπροσθέτως, η προωθούμενη κατάργηση του αγγελιόσημου έρχεται σε ευθεία αντίθεση προς την ίδια την νομική του φύση ως αντίτιμο απαλλοτριωθέντος ιδιωτικού πόρου, ήτοι του Λαχείου Συντακτών, και επιφέρει απαλλοτρίωση ιδιωτικού δικαιώματος και κατά τούτο είναι αντίθετη προς το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ. Ειδικότερα αυτό που φαίνεται να αγνοεί η κυβέρνηση είναι ότι το αγγελιόσημο υποκαθιστά ίδιο (ιδιωτικό) πόρο της ασφαλιστικής κοινότητας, καθότι νομοθετήθηκε ως το διαρκές αντάλλαγμα για την απαλλοτρίωση (κρατικοποίηση) του Λαχείου Συντακτών. Με την κρατικοποίηση του Λαχείου απολέσθη ένα (ιδιωτικό) περιουσιακό στοιχείο, το προϊόν της εκμετάλλευσης του οποίου προοριζόταν για τη χρηματοδότηση του καθεστώτος κοινωνικής ασφάλισης. Αντί της ευθείας αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση του Λαχείου θεσμοθετήθηκε το αγγελιόσημο ως ασφαλιστικός πόρος.
Κατά το μέρος αυτό λοιπόν το αγγελιόσημο υποκαθιστά προσόδους από τη διαχείριση περιουσίας και ενδεχόμενη κατάργησή του ως πόρου των Ασφαλιστικών Ταμείων των εργαζομένων στα ΜΜΕ θα συνεπαγόταν τη στέρηση της οικονομικής αξίας που δόθηκε ως αντάλλαγμα για την απαλλοτρίωση και θα αποτελούσε προσβολή στο δικαίωμα της περιουσίας των δικαιούχων. Το ΣτΕ και τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια έχουν διαμορφώσει εξάλλου πάγια νομολογία ως προς το ότι το αγγελιόσημο συνιστά οιονεί εργοδοτική εισφορά αποδιδόμενη στα Ταμεία των εργαζομένων στα ΜΜΕ και δεν συνιστά πόρο υπέρ τρίτων (γνωμ. επίκουρου καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου Ακρίτα Καϊδατζή). Η κύρια, και όλως ιδιότυπη, λειτουργία του αγγελιόσημου είναι ότι υποκαθιστά, εν όλω ή εν μέρει, την εργοδοτική εισφορά. Ενόψει αυτού, ότι δηλαδή πρόκειται για υποκατάστατο ασφαλιστικής εισφοράς, ορθώς έχει κριθεί ότι «το αγγελιόσημο συνιστά εισφορά υπό ευρύτερη έννοια» (ΣτΕ 1387/2007, ΔΕφΑΘ 285/2010, κ.ά.). Ακόμη ακριβέστερο είναι να χαρακτηρίζεται ως «οιονεί εργοδοτική εισφορά» (έτσι Στεργίου, Δίκαιο κοινωνικής ασφάλισης, 2η έκδ., 2014, σελ. 491-492). Τον ορθό αυτό χαρακτηρισμό του αγγελιόσημου έχει προσφάτως υιοθετήσει και το υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης & Κοινωνικής Αλληλεγγύης (βλ. το από 9.4.2015 υπ’ αριθμ. πρωτ. 12691/657 έγγραφό του.
Με τη μορφή αυτή το αγγελιόσημο δεν έρχεται σε αντίθεση προς την κοινοτική νομοθεσία, αφού η χρηματοδότηση της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης εκφεύγει κατ’ αρχάς του πεδίου εφαρμογής του δικαίου της Ε.Ε., το οποίο, ελλείψει εναρμόνισης στο πεδίο αυτό, περιορίζεται σε μόνο τον συντονισμό των εθνικών συστημάτων, ενώ «δεν θίγει την εξουσία των κρατών μελών να διαρρυθμίζουν τα συστήματά τους κοινωνικής ασφαλίσεως» (ΔΕΚ της 28.4.1998, C-120/95, Decker, σκέψη 21, ΔΕΚ της 17.2.1993, C-159 και 160/91, Poucet και Pistre, σκέψη 6, κ.ά., πάγια νομολογία).
Σε κάθε περίπτωση άλλωστε, και από τυπική-διαδικαστική άποψη (πρβλ. Πρ.Επεξ. ΣτΕ 184/2006, 141/1996, κ.ά.), μια τόσο ουσιώδης μετάβαση δεν είναι συνταγματικά επιτρεπτή, αν δεν προηγηθεί η εκπόνηση ειδικής αναλογιστικής μελέτης που να τεκμηριώνει τη βιωσιμότητα του νέου συστήματος χρηματοδότησης.
Πέραν δε του γεγονότος ότι η προτεινόμενη ρύθμιση γεννά σωρεία συνταγματικών θεμάτων και έρχεται σε αντίθεση προς την ΕΣΔΑ, οι συνέπειες που πρόκειται να επιφέρει στον χώρο των εργαζομένων είναι πολυεπίπεδες και εξίσου καταστροφικές. Η κατάργηση του αγγελιόσημου και η θέσπιση εργοδοτικής εισφοράς για τους εργαζόμενους στον Τύπο, που ήδη πλήττεται από υψηλούς δείκτες ανεργίας, θα προκαλέσει ραγδαία αύξηση του εργοδοτικού κόστους με συνακόλουθη αύξηση των απολύσεων προσωπικού. Είναι προφανές ότι σε μια χώρα που ο συνολικός δείκτης ανεργίας αγγίζει πλέον το 24%, οποιαδήποτε νομοθετική παρέμβαση μπορεί, έστω και εμμέσως, να οδηγήσει σε απώλεια θέσεων εργασίας, δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε επιβεβλημένη ούτε δικαιολογημένη.
Ακόμα όμως και για το προσωπικό, το οποίο θα συνεχίσει με τα δεδομένα αυτά να εργάζεται, είναι μαθηματικά υπολογισμένο ότι θα αυξηθεί ραγδαία η εισφοροδιαφυγή και η συνακόλουθη φοροδιαφυγή, χωρίς να υφίστανται οι κατάλληλοι ελεγκτικοί μηχανισμοί, όπως δυστυχώς περίτρανα έχει αποδειχτεί τα τελευταία χρόνια.
Επιπροσθέτως, η κατάργηση του αγγελιόσημου θα επιφέρει την αυτονόητη κατάρρευση του ΕΔΟΕΑΠ, ο οποίος στερείται του βασικού του πόρου, με αποτέλεσμα την απώλεια υγειονομικής κάλυψης των εργαζομένων στον Τύπο και τη στέρηση ενός ολόκληρου κλάδου από τα καταβαλλόμενα σήμερα επιδόματα ανεργίας.
Τη θέση μας για διατήρηση της αυτοτέλειας του ΕΤΑΠ ΜΜΕ και τη διατήρηση του αγγελιόσημου έχουμε πολλές φορές εκφράσει στους αρμόδιους υπουργούς, οι οποίοι δυστυχώς κώφευσαν στη φωνή της λογικής, η οποία επιβάλλει την αποδοχή των αιτημάτων μας που σε καμία περίπτωση δεν είναι συντεχνιακά.
Αντιθέτως, στο εγγύς παρελθόν από τα χείλη των ίδιων υπουργών είχαν χαρακτηριστεί εύλογα και λογικά. Δεν γνωρίζουμε στον βωμό ποιας σκοπιμότητας θυσιάστηκε το ΕΤΑΠ ΜΜΕ και το αγγελιόσημο, ωστόσο οι εργαζόμενοι στον Τύπο και τα ΜΜΕ δεν είναι διατεθειμένοι να απολέσουν βασικά ασφαλιστικά τους δικαιώματα, τα οποία ακόμα και κυβερνήσεις απολυταρχικές σεβάστηκαν. Η διατήρηση του ΕΤΑΠ ΜΜΕ και του αγγελιόσημου είναι βασικό στοιχείο σεβασμού προς την ανεξαρτησία του Τύπου και τη λειτουργία που αυτός επιτελεί, αφού η εξαθλίωση των εργαζομένων στον Τύπο οδηγεί αναπόφευκτα σε εξαρτήσεις και λειτουργίες που πόρρω απέχουν από την απαιτούμενη αντικειμενικότητα και διαφάνεια κατά τον έλεγχο της εξουσίας.
Στη γραμμή αυτή συνεχίζουμε τον αγώνα μας, προκειμένου να προασπίσουμε δικαιώματα του κλάδου κατοχυρωμένα επί δεκαετίες, προασπίζοντας παράλληλα την ίδια την ελληνική κοινωνία που δικαιούται να ενημερώνεται αντικειμενικά και αμερόληπτα από δημοσιογράφους που θα υπηρετούν τον βασικό τους ρόλο, εξασφαλίζοντας την ίδια στιγμή μια αξιοπρεπή διαβίωση για τους ίδιους και τις οικογένειές τους.
Η ΠΟΕΣΥ, με τις ενώσεις-μέλη της, σκοπεύει να λάβει κάθε πρόσφορο μέτρο για την προάσπιση των δικαιωμάτων μας ως ασφαλισμένων και ως συνταξιούχων. Ηδη η βίαιη ανατροπή του ασφαλιστικού μας συστήματος γνωστοποιήθηκε στην Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων που πραγματοποιήθηκε στο Σαράγεβο στις 25 και 26 Απριλίου, με σχετικό ψήφισμα. Εξετάζουμε δε όλ